Καρκίνος Οισοφάγου

Τί είναι ο οισοφάγος και ποια η λειτουργία του?

Ο οισοφάγος είναι ένας μακρύς μυϊκός σωλήνας συνολικού μήκους 25 εκ. περίπου που συνδέει τον φάρυγγα με το στομάχι. Αρχίζει στο ύψος του κρικοειδούς χόνδρου του λάρυγγα (δηλαδή στο ύψος του 6ου αυχενικού σπονδύλου), διασχίζει το κεντρικό τμήμα του θώρακα (το μεσοθωράκιο) και καταλήγει κάτω από το διάφραγμα στο ύψος του 11ου θωρακικού σπονδύλου.

Ανατομία

Ανατομικά, ο οισοφάγος διακρίνεται σε τρία τμήματα ή μοίρες: την τραχηλική, τη θωρακική και την κοιλιακή. Ο τραχηλικός οισοφάγος βρίσκεται στη μέση γραμμή ακριβώς πίσω από την τραχεία και έχει μήκος 4 εκ. περίπου. Μετά την είσοδό του στο θώρακα ο οισοφάγος κάμπτεται προς τα πίσω μαζί με την τραχεία και φέρεται πίσω από τα μεγάλα αγγεία και ελαφρά προς τα αριστερά με τρόπο ώστε να περνάει πίσω από τον αριστερό κύριο βρόγχο. Στη συνέχεια κάμπτεται ελαφρά προς τα δεξιά και συνεχίζει την πορεία του στο οπίσθιο μεσοθωράκιο για να καμφθεί και πάλι προς τα αριστερά πίσω από το περικάρδιο και μπροστά από τη θωρακική αορτή αριστερά από τη μέση γραμμή. Το θωρακικό τμήμα του οισοφάγου έχει μήκος 18-20 εκ. Τέλος ο οισοφάγος εισέρχεται στην κοιλιά από το οισοφαγικό τρήμα του διαφράγματος και συνεχίζει την πορεία του για 1-2 εκ. πριν καταλήξει στο στόμαχο σχηματίζοντας την καρδιο-οισοφαγική συμβολή. Ο κοιλιακός οισοφάγος συγκρατείται στη θέση του από το φρενο-οισοφαγικό σύνδεσμο ο οποίος αποτελείται από ίνες κολλαγόνου και παριστά συνέχεια της εγκάρσιας περιτονίας μαζί με στοιχεία από το διάφραγμα και τον υπεζωκότα.

Πεπτικό Σύστημα

Ο αυλός του οισοφάγου παρουσιάζει τρεις φυσιολογικές στενώσεις κατά μήκος της διαδρομής του. Η πρώτη στένωση βρίσκεται στο άνω όριο του οισοφάγου και δημιουργείται από τον κρικοφαρυγγικό μυ. Η διάμετρος του αυλού στο σημείο αυτό είναι 1,5 εκ. και αποτελεί το στενότερο σημείο του οισοφάγου. Η δεύτερη φυσιολογική στένωση του αυλού του οισοφάγου οφείλεται σε πίεση που ασκούν από τα έξω ο αριστερός κύριος βρόγχος και το αορτικό τόξο και έχει διάμετρο 1,6 εκ. Η τρίτη στένωση βρίσκεται στο ύψος του οισοφαγικού τρήματος του διαφράγματος και δημιουργείται από τις ίνες του κάτω οισοφαγικού σφιγκτήρα. Η διάμετρος του αυλού του οισοφάγου στο σημείο αυτό είναι 1,6-1,9 εκ.
Το τοίχωμα του οισοφάγου σχηματίζεται από έξω προς τα μέσα από τρία διακριτά στρώματα ή χιτώνες, τον μυϊκό, τον υποβλεννογόνιο και τον βλεννογόνιο χιτώνα. Ο μυϊκός χιτώνας του οισοφάγου αποτελείται από δύο στιβάδες μυϊκών ινών, την έσω κυκλοτερή και την έξω επιμήκη. Ο υποβλεννογόνιος χιτώνας είναι καλά ανεπτυγμένος και σχηματίζεται από συνδετικό ιστό που περιέχει αδένες, αιμοφόρα αγγεία, νευρικές ίνες (το νευρικό πλέγμα του Meissner) και ένα πολύ πλούσιο λεμφικό δίκτυο. Ο βλεννογόνος του οισοφάγου αποτελείται από πολύστιβο πλακώδες επιθήλιο.

Ανατομικά Τμήματα Οισοφάγου

Η αιμάτωση του οισοφάγου είναι πλούσια. Στον τράχηλο ο οισοφάγος αρδεύεται από τις κάτω θυρεοειδικές αρτηρίες ενώ στο θώρακα παίρνει αίμα από κλάδους που πρέρχονται κατευθείαν από την αορτή καθώς και από κλάδους των βρογχικών αρτηριών. Η αιμάτωση του κατώτερου οισοφάγου συμπληρώνεται από κλάδους της αριστερής γαστρικής και των κάτω φρενικών αρτηριών. Η φλεβική αποχέτευση γίνεται στην τραχηλική μοίρα από τις κάτω θυρεοειδικές και τις σπονδυλικές φλέβες ενώ στη θωρακική μοίρα από την άζυγο και την ημιάζυγο φλέβα.
Ο οισοφάγος διαθέτει επίσης πλούσιο λεμφικό δίκτυο. Τα λεμφαγγεία του οισοφάγου διανύουν μία μακρά επιμήκη πορεία μέσα στον υποβλεννογόνιο χιτώνα του τοιχώματος πριν διαπεράσουν το μυϊκό χιτώνα και καταλήξουν στους λεμφαδένες του μεσοθωρακίου (παραοισοφαγικούς και παρατραχειακούς). Το λεμφικό δίκτυο του κατώτερου οισοφάγου εκβάλλει επίσης στους ανώτερους περιγαστρικούς λεμφαδένες μέσα στην κοιλιά, ενώ το λεμφικό δίκτυο του ανώτερου οισοφάγου εκβάλλει επίσης στους τραχηλικούς λεμφαδένες.
Στη νεύρωση του οισοφάγου συμμετέχει τόσο το συμπαθητικό όσο και το παρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα. Το παλίνδρομο λαρυγγικό νευρώνει το άνω τμήμα του οισοφάγου το οποίο δέχεται επίσης νευρικές ίνες από την 9η και την 11η εγκεφαλική συζυγία. Κατά μήκος του θωρακικού οισοφάγου τα πνευμονογαστρικά νεύρα δημιουργούν πλέγμα (οισοφαγικό πλέγμα) για να συνενωθούν και πάλι λίγο πάνω από το διάφραγμα και να σχηματίσουν δύο στελέχη (το αριστερό ή πρόσθιο και το δεξιό ή οπίσθιο πνευμονογαστρικό νεύρο) τα οποία εισέρχονται στην κοιλιά μέσα από το οισοφαγικό τρήμα.

Λεμφικό Δίκτυο Οισοφάγου

Φυσιολογία

Η λειτουργία του οισοφάγου συνίσταται στη μεταφορά της καταπινόμενης τροφής από τον φάρυγγα στο στόμαχο. Στα δύο άκρα του υπάρχουν σφιγκτηριακοί μηχανισμοί που διασφαλίζουν την προώθηση των τροφών προς μία κατεύθυνση μόνο. Στο άνω μέρος του οισοφάγου υπάρχει ο ανώτερος οισοφαγικός σφιγκτήρας που σχηματίζεται από τον κρικοφαρυγγικό μυ και από ίνες του μυϊκού χιτώνα των αρχικών 3-4 εκατοστών του οισοφάγου. Ο σφιγκτήρας αυτός συσπάται και χαλαρώνει σε απόλυτη αρμονία με τους μυς του φάρυγγα και στη συνέχεια το παραγόμενο περισταλτικό κύμα διατρέχει όλο το μήκος του οισοφάγου. Κατά τη στιγμή της σύσπασης η ενδοαυλική πίεση του οισοφάγου φτάνει τα 50-100 mmHg ενώ κατά την ηρεμία η πίεση στο σώμα του οισοφάγου είναι μόλις 2-3 mmHg, δηλαδή μικρότερη από την ατμοσφαιρική και φυσικά από την ενδοκοιλιακή. Η αυξημένη πίεση όμως του κατώτερου οισοφαγικού σφιγκτήρα (20-30 mmHg σε ηρεμία) σε συνδυασμό με το βαλβιδικό μηχανισμό της καρδιο-οισοφαγικής συμβολής δεν επιτρέπει την παλινδρόμηση του επιβλαβούς γαστρικού περιεχομένου προς τον οισοφάγο. Όταν εκδηλωθεί το κύμα πίεσης στον ανώτερο οισοφάγο, ο άνω οισοφαγικός σφιγκτήρας εκδηλώνει τη μέγιστη σύσπασή του, ενώ ο κάτω οισοφαγικός σφιγκτήρας αρχίζει την πλήρη χαλάρωσή του που διαρκεί 9-10 sec ώστε να διέλθει ο βλωμός στο στομάχι και αμέσως η μέγιστη σύσπασή του που μπορεί να φτάσει τα 50-70 mmHg. Ο ακριβής μηχανισμός που εμποδίζει την παλινδρόμηση γαστρικού περιεχομένου είναι πάντως πιο περίπλοκος και περιλαμβάνει ακόμη τη λειτουργία του διαφράγματος και την οξεία γωνία της οισοφαγο-γαστρικής συμβολής (γωνία του His).

Μηχανισμός Κατάποσης

Τί είναι και πού οφείλεται ο καρκίνος του οισοφάγου?

Όπως όλοι οι καρκίνοι έτσι και ο καρκίνος του οισοφάγου ξεκινάει από κύτταρα, δηλαδή από τα δομικά στοιχεία που συνθέτουν τους ιστούς και κατ’ επέκταση τα διάφορα όργανα του ανθρωπίνου σώματος. Υπό κανονικές συνθήκες τα κύτταρα αναπτύσσονται και διαιρούνται για να σχηματίσουν νέα κύτταρα ανάλογα με τις ανάγκες του σώματος. Όταν δηλαδή τα φυσιολογικά κύτταρα γεράσουν ή υποστούν φθορά, πεθαίνουν και νέα κύτταρα παίρνουν τη θέση τους. Μερικές φορές, αυτή η διαδικασία απορρυθμίζεται και νέα κύτταρα παράγονται και όταν ακόμη το σώμα δεν τα χρειάζεται, ενώ τα παλαιά ή κατεστραμμένα κύτταρα δεν πεθαίνουν, όπως θα έπρεπε. Σε αυτές τις περιπτώσεις η συσσώρευση των επιπλέον κυττάρων σχηματίζει μια μάζα ιστού που ονομάζεται νεόπλασμα ή όγκος. Ένας όγκος μπορεί να είναι καλοήθης (όχι καρκίνος) ή κακοήθης (καρκίνος). Οι καλοήθεις όγκοι σε γενικές γραμμές δεν είναι τόσο επικίνδυνοι όσο οι κακοήθεις. Πολύ σπάνια είναι απειλητικοί για τη ζωή, σχεδόν πάντα μπορούν να αφαιρεθούν χειρουργικά και συνήθως δεν υποτροπιάζουν, δεν διηθούν τους γύρω ιστούς και δεν εξαπλώνονται σε άλλα μέρη του σώματος, δηλαδή δεν δίνουν μεταστάσεις. Αντιθέτως, οι κακοήθεις όγκοι εάν δεν αντιμετωπισθούν εγκαίρως μπορούν να γίνουν απειλητικοί για τη ζωή, συχνά υποτροπιάζουν ακόμη και μετά από επιτυχημένη αφαίρεσή τους, μπορούν να διηθήσουν και να καταστρέψουν τους γειτονικούς σε αυτούς ιστούς και όργανα και έχουν τη δυνατότητα να εξαπλωθούν ακόμη και σε απομακρυσμένα σημεία του σώματος, δηλαδή να δώσουν τις λεγόμενες μεταστάσεις. Ο καρκίνος του οισοφάγου ξεκινά πάντοτε από κύτταρα που βρίσκονται στην εσωτερική στιβάδα του τοιχώματός του (δηλαδή τον βλεννογόνο). Με την πάροδο του χρόνου όμως, εάν ο καρκίνος παραμείνει ανεξέλεγκτος, μπορεί να διεισδύσει πιο βαθιά μέσα στο τοίχωμα του οισοφάγου αλλά και στους γύρω ιστούς.

Μηχανισμός Καρκινογένεσης

Τα καρκινικά κύτταρα επίσης έχουν τη δυνατότητα να εξαπλωθούν μακριά από τα όρια του αρχικού όγκου εισερχόμενα στα αιμοφόρα αγγεία ή τα λεμφαγγεία της περιοχής, τα οποία στη συνέχεια διακλαδίζονται σε όλους τους ιστούς του σώματος. Κάποια από αυτά τα καρκινικά κύτταρα που εισέρχονται στο αίμα ή τη λέμφο μπορούν να αγκιστρωθούν σε άλλους απομακρυσμένους ιστούς και στη συνέχεια να αναπτυχθούν και να σχηματίσουν νέους όγκους που με τη σειρά τους μπορούν να προκαλέσουν βλάβη των ιστών αυτών. Η εξάπλωση των καρκινικών κυττάρων με αυτό το τρόπο ονομάζεται μετάσταση.
Υπάρχουν δύο κύριοι τύποι καρκίνου του οισοφάγου: το αδενοκαρκίνωμα και το πλακώδες καρκίνωμα. Οι δύο αυτοί καρκίνοι αν και μοιάζουν αρκετά ως προς τη διάγνωση, τη θεραπεία και την αντιμετώπισή τους, εμφανίζουν και κάποιες πολύ σημαντικές διαφορές. Και οι δύο τύποι πάντως αναπτύσσονται από επιθηλιακά κύτταρα στον βλεννογόνο του οισοφάγου και παίρνουν το όνομά τους με βάση τη μορφολογία τους όταν αυτά εξετάζονται κάτω από ένα μικροσκόπιο. Το αδενοκαρκίνωμα ανευρίσκεται συνήθως στο κατώτερο τμήμα του οισοφάγου (κοντά στο στομάχι) και στη Δύση είναι πλέον ο πιο συνηθισμένος τύπος καρκίνου του οισοφάγου, ενώ η συχνότητά του αυξάνεται συνεχώς από τη δεκαετία του 1970 μέχρι σήμερα. Σε αντιδιαστολή, το πλακώδες καρκίνωμα ανευρίσκεται συνήθως στο πάνω μέρος του οισοφάγου και γίνεται όλο και λιγότερο συχνό στη Δύση. Σε ολόκληρο τον κόσμο, ωστόσο, το πλακώδες καρκίνωμα παραμένει ο πιο συχνός τύπος καρκίνου του οισοφάγου.

Μηχανισμός Μετάστασης

Παράγοντες Κινδύνου

Όπως συμβαίνει με τους περισσότερους καρκίνους, η αιτιολογία του καρκίνου του οισοφάγου δεν είναι γνωστή. Ωστόσο, γνωρίζουμε ότι άτομα με ορισμένα χαρακτηριστικά (τους λεγόμενους παράγοντες κινδύνου) είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν καρκίνο του οισοφάγου σε σχέση με άλλους ανθρώπους. Παράγοντας κινδύνου, επομένως, καλείται κάποιο χαρακτηριστικό ή ιδιότητα ενός ατόμου η παρουσία του οποίου αυξάνει την πιθανότητα ανάπτυξης μιας νόσου. Επιδημιολογικές μελέτες έχουν αναδείξει τους εξής παράγοντες κινδύνου για τον καρκίνο του οισοφάγου:

Ηλικία: Η προχωρημένη ηλικία είναι ίσως ο σημαντικότερος παράγοντας κινδύνου για τον καρκίνο του οισοφάγου. Η πλειοψηφία των ασθενών είναι ηλικίας 65 ετών και πάνω όταν διαγιγνώσκονται με καρκίνο του οισοφάγου.
Ανδρικό φύλο: Οι άνδρες έχουν περίπου τριπλάσια πιθανότητα από τις γυναίκες να αναπτύξουν καρκίνο του οισοφάγου.
Κάπνισμα: Οι άνθρωποι που καπνίζουν έχουν περισσότερες πιθανότητες από τους ανθρώπους που δεν καπνίζουν να αναπτύξουν καρκίνο του οισοφάγου. Η αύξηση του κινδύνου αφορά και στους δύο τύπους καρκίνου αλλά σε μεγαλύτερο βαθμό στο πλακώδες καρκίνωμα.
Κατανάλωση αλκοόλ: Οι άνθρωποι που πίνουν περισσότερα από 3 αλκοολούχα ποτά κάθε ημέρα είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν πλακώδες καρκίνωμα του οισοφάγου από ότι άνθρωποι που δεν πίνουν. Επιπλέον, βαρείς πότες που καπνίζουν έχουν πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο σε σχέση με τους πότες που δεν καπνίζουν. Με άλλα λόγια, αυτοί οι δύο παράγοντες δρουν αθροιστικά για να αυξήσουν τον κίνδυνο του πλακώδους καρκινώματος ακόμα περισσότερο.
Διατροφή: Αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι μια δίαιτα φτωχή σε φρούτα και λαχανικά μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του οισοφάγου. Ωστόσο, οι διατροφικές μελέτες δεν συμφωνούν πάντα μεταξύ τους και περισσότερη έρευνα είναι απαραίτητη ώστε να κατανοηθεί καλύτερα πώς η διατροφή επηρεάζει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του οισοφάγου.
Παχυσαρκία: Η παχυσαρκία αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης αδενοκαρκινώματος του οισοφάγου.
Γαστρο-οισοφαγική παλινδρόμηση: Γαστρο-οισοφαγική παλινδρόμηση καλείται η παθολογική κατάσταση κατά την οποία υπάρχει προς τα πίσω ροή (δηλαδή παλινδρόμηση) του όξινου περιεχομένου του στομάχου προς τον οισοφάγο. Η γαστρο-οισοφαγική παλινδρόμηση είναι πολύ συχνή στον πληθυσμό και συνήθως εκδηλώνεται με “καούρες” ή “ξινίλες” πίσω από το στέρνο, αν και μερικοί άνθρωποι με παλινδρόμηση δεν έχουν καθόλου συμπτώματα. Μετά από παρατεταμένη έκθεση στο οξύ του στομάχου, ο βλεννογόνος του οισοφάγου μπορεί να υποστεί μόνιμη βλάβη, η οποία σε κάποιους ανθρώπους μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη αδενοκαρκινώματος του οισοφάγου.

Παράγοντες Κινδύνου για Καρκίνο Οισοφάγου

Οισοφάγος Barrett: Η γαστρο-οισοφαγική παλινδρόμηση μπορεί να προκαλέσει μόνιμη βλάβη στα κύτταρα που επενδύουν εσωτερικά το τοίχωμα του οισοφάγου και με την πάροδο του χρόνου να προκαλέσει μια παθολογική κατάσταση που είναι γνωστή ως οισοφάγος Barrett και χαρακτηρίζεται από αντικατάσταση των φυσιολογικών πλακωδών επιθηλιακών κυττάρων του βλεννογόνου του οισοφάγου από κυλινδρικά κύτταρα τα οποία προσομοιάζουν με εκείνα που ανευρίσκονται φυσιολογικά στο βλεννογόνο του εντέρου. Η διάγνωση του οισοφάγου Barrett μπαίνει με ενδοσκόπηση του ανώτερου πεπτικού και λήψη βιοψιών από το βλεννογόνο του κατώτερου οισοφάγου. Οι περισσότεροι άνθρωποι πάντως που έχουν οισοφάγο Barrett δεν το γνωρίζουν, παρόλο που η παρουσία του αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο ανάπτυξης αδενοκαρκινώματος του οισοφάγου και αποτελεί έναν πολύ ισχυρότερο παράγοντα κινδύνου σε σχέση με τη γαστρο-οισοφαγική παλινδρόμηση από μόνη της.
Πρέπει να σημειωθεί πάντως ότι, αν και όλοι οι παράγοντες κινδύνου αυξάνουν σε ένα βαθμό τον κίνδυνο ανάπτυξης ενός καρκίνου, δεν αποτελούν από μόνοι τους την αιτία του καρκίνου αυτού. Κατά συνέπεια, οι περισσότεροι άνθρωποι με έναν ή περισσότερους από τους προαναφερθέντες παράγοντες κινδύνου δεν θα εκδηλώσουν ποτέ καρκίνο του οισοφάγου, ενώ κάποιοι άλλοι άνθρωποι χωρίς κανέναν από αυτούς τους παράγοντες θα αναπτύξουν ενδεχομένως καρκίνο του οισοφάγου σε κάποια φάση της ζωής τους.

Οισοφάγος Barrett

Πώς διαγιγνώσκεται ο καρκίνος του οισοφάγου?

Ο πρώιμος καρκίνος του οισοφάγου προκαλεί ελάχιστα ή καθόλου συμπτώματα. Καθώς όμως η νόσος εξελίσσεται προκαλεί συμπτώματα όπως η δυσφαγία, δηλαδή το αίσθημα ότι η καταπινόμενη τροφή “κολλάει” κάπου στον οισοφάγο, η αναγωγή, δηλαδή η ακούσια αποβολή από το στόμα τροφής ή υγρών χωρίς όμως την ενεργοποίηση του αντανακλαστικού του εμέτου, η οδυνοφαγία, δηλαδή ο πόνος στο στήθος ή στην πλάτη κατά την κατάποση, η ανορεξία και η ανεξήγητη απώλεια βάρους, το οπισθοστερνικό καύσος, δηλαδή η “καούρα” πίσω από το στέρνο και τέλος το βράγχος φωνής ή ο βήχας που διαρκούν για περισσότερο από δύο εβδομάδες.
Πρέπει να σημειωθεί ότι τα παραπάνω συμπτώματα μπορούν να προκληθούν τόσο από τον καρκίνο του οισοφάγου όσο και από άλλες καλοήθεις παθήσεις του ανώτερου πεπτικού συστήματος. Σε κάθε περίπτωση, εάν υπάρχει κάποιο από αυτά τα συμπτώματα, θα πρέπει να διερευνάται άμεσα, έτσι ώστε η αιτία να διευκρινίζεται και η νόσος να αντιμετωπίζεται όσο το δυνατόν συντομότερα.
Η διάγνωση του καρκίνου του οισοφάγου βασίζεται στη λήψη ενός προσεκτικού ιστορικού, την κλινική εξέταση του ασθενούς και τη διενέργεια ειδικών εξετάσεων. Το ιστορικό περιλαμβάνει εκτός από την λεπτομερή καταγραφή των συμπτωμάτων του ασθενούς, το ατομικό του αναμνηστικό και ένα αναλυτικό οικογενειακό ιστορικό. Η κλινική εξέταση πρέπει οπωσδήποτε να περιλαμβάνει λεπτομερή εξέταση της κοιλιάς αλλά και την αναζήτηση τυχόν λεμφαδένων στο λαιμό και τις μασχάλες.

Καρκίνος Οισοφάγου

Όταν υπάρχουν συμπτώματα δηλωτικά καρκίνου του οισοφάγου, η ενδοσκόπηση του ανώτερου πεπτικού σωλήνα ή οισοφαγο-γαστροσκόπηση αποτελεί την εξέταση εκλογής για τη διερεύνησή τους. Κατά τη διάρκεια της εξέτασης αυτής, μετά από ψεκασμό τοπικού αναισθητικού σπρέι στο λαιμό του ασθενούς και συνήθως μετά την χορήγηση μέθης ενδοφλεβίως, ο ενδοσκόπος (γαστρεντερολόγος ή χειρουργός) προωθεί έναν λεπτό, εύκαμπτο, φωτιζόμενο σωλήνα που ονομάζεται ενδοσκόπιο διαμέσου του στόματος του ασθενούς στο εσωτερικό του οισοφάγου και του στομάχου. Το ενδοσκόπιο διαθέτει ενσωματωμένο χειριστήριο στο ένα του άκρο και μία κάμερα στο άλλο του άκρο που εισέρχεται στο σώμα, επιτρέποντας έτσι την απεικόνιση της εσωτερικής επιφάνειας του αυλού του οισοφάγου, του στομάχου και του πρώτου τμήματος του λεπτού εντέρου (του δωδεκαδακτύλου). Εάν παρατηρηθούν παθολογικές περιοχές ή βλάβες, μπορούν να ληφθούν βιοψίες (δηλαδή μικρά δείγματα ιστού) με ειδικά λεπτά εργαλεία που περνούν μέσα από ειδικά κανάλια που βρίσκονται στο εσωτερικό του ενδοσκοπίου. Αυτά τα δείγματα ιστού θα μεταφερθούν στη συνέχεια στο εργαστήριο και θα εξεταστούν από παθολογοανατόμο κάτω από το μικροσκόπιο. Η ιστοπαθολογική εξέταση της βιοψίας είναι ο μόνος σίγουρος τρόπος για να εξακριβωθεί εάν υπάρχουν καρκινικά κύτταρα ή όχι σε μία ύποπτη βλάβη που αναγνωρίστηκε στον οισοφάγο κατά την ενδοσκόπηση. Η ιστοπαθολογική εξέταση δίνει επίσης επιπλέον πληροφορίες σχετικά με τον ιστολογικό τύπο του καρκίνου και το βαθμό διαφοροποίησης των καρκινικών κυττάρων. Στο υλικό της βιοψίας μπορεί επίσης να πραγματοποιηθεί ο λεγόμενος μοριακός έλεγχος και να αναζητηθούν συγκεκριμένοι βιοδείκτες όπως ο υποδοχέας του ανθρώπινου επιδερμικού αυξητικού παράγοντα 2 (HER2) ή ο συνδέτης του προγραμματισμένου θανάτου 1 (PD-L1) καθώς και μεταλλάξεις σε συγκεκριμένα γονίδια. Αυτές οι επιπλέον πληροφορίες συμβάλουν στον ακριβέστερο καθορισμό της βιολογικής συμπεριφοράς του όγκου και βοηθούν τους ογκολόγους να αποφασίσουν ποιο είδος φαρμακευτικής αγωγής θα ήταν καλύτερο για τον ασθενή κατά περίπτωση.
Εάν η βιοψία επιβεβαιώσει την παρουσία καρκίνου του οισοφάγου, το επόμενο βήμα είναι να καθορισθεί το στάδιο, δηλαδή η έκταση της νόσου, από την οποία εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό και η επιλογή της καταλληλότερης θεραπείας. Η σταδιοποίηση επομένως αποτελεί μία συστηματική προσπάθεια να προσδιορισθεί το βάθος διείσδυσης του όγκου μέσα στο τοίχωμα του οισοφάγου, εάν διηθεί άλλους ιστούς ή όργανα γύρω από τον οισοφάγο και τέλος εάν έχει εξαπλωθεί σε απομακρυσμένα σημεία του σώματος και αν ναι σε ποια. Είναι γνωστό ότι καθώς ο καρκίνος εξαπλώνεται βαθύτερα εντός του τοιχώματος του οισοφάγου, καρκινικά κύτταρα ανευρίσκονται συχνότερα σε γειτονικούς λεμφαδένες. Παράλληλα, έχει διαπιστωθεί ότι στις περιπτώσεις που ένας καρκίνος έχει διηθήσει τους τοπικούς λεμφαδένες, αυξάνεται σημαντικά η πιθανότητα να έχει εξαπλωθεί και σε άλλα απομακρυσμένα όργανα όπως είναι το ήπαρ, οι πνεύμονες και τα οστά. Η σταδιοποίηση επιτυγχάνεται με μία ή περισσότερες από τις παρακάτω εξετάσεις:
Αξονική τομογραφία (CT): Πρόκειται για μία συσκευή ακτίνων Χ που συνδέεται με έναν υπολογιστή και λαμβάνει μια σειρά λεπτομερών εικόνων του τραχήλου, του θώρακα και της κοιλιάς του ασθενούς. Η αξονική τομογραφία χρησιμοποιείται κυρίως για να διαπιστωθεί εάν ο καρκίνος του οισοφάγου έχει εξαπλωθεί στους λεμφαδένες ή και σε άλλα απομακρυσμένα όργανα. Κατά τη διάρκεια της εξέτασης συχνά δίνεται στον ασθενή σκιαγραφικό υλικό είτε από το στόμα ή και με ένεση σε κάποια περιφερική φλέβα. Το σκιαγραφικό υλικό αναδεικνύει με μεγαλύτερη σαφήνεια τυχόν παθολογικές περιοχές (νεοπλασίες) στο ανθρώπινο σώμα.

Οισοφαγοσκόπηση

Ενδοσκοπικό υπερηχογράφημα (EUS): Πρόκειται για μία εξέταση η οποία συνδυάζει την ενδοσκόπηση με τη λήψη υπερηχογραφήματος. Στο άκρο του ενδοσκοπίου που εισάγεται μέσα στο σώμα, είναι προσαρμοσμένη ειδική συσκευή υπερήχων η οποία παράγει και μεταδίδει υπερηχητικά κύματα τα οποία ανακλώνται εν μέρει από τους ιστούς του οισοφάγου αλλά και από άλλα κοντινά του όργανα. Τα ανακλώμενα κύματα ανιχνεύονται στη συνέχεια από ειδικό ενσωματωμένο αισθητήρα, ο οποίος είναι συνδεμένος με υπολογιστή με τη βοήθεια του οποίου δημιουργείται μία εικόνα από την ηχώ. Η εικόνα αυτή μπορεί να μας δείξει πόσο βαθιά ο καρκίνος έχει διεισδύσει μέσα στο τοίχωμα του οισοφάγου και αν ενδεχομένως έχει διηθήσει άλλα γειτονικά όργανα ή λεμφαδένες. Κατά τη διάρκεια της εξέτασης μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί ειδική βελόνα για να ληφθούν δείγματα ιστού (δηλαδή βιοψίες) από τους λεμφαδένες.
Μαγνητική Τομογραφία (MRI): Πρόκειται για ένα ισχυρό μαγνήτη που συνδέεται με έναν υπολογιστή και χρησιμοποιείται για να πάρει λεπτομερείς εικόνες διαφόρων περιοχών μέσα στο σώμα. Κατά τη σταδιοποίηση των ασθενών με καρκίνο του οισοφάγου, η μαγνητική τομογραφία χρησιμεύει κυρίως για να διευκρινιστεί αν τυχόν ευρήματα της αξονικής τομογραφίας σε συμπαγή όργανα της κοιλιάς, όπως για παράδειγμα το συκώτι ή τα επινεφρίδια, μπορεί να σχετίζονται με τον ήδη διαγνωσμένο καρκίνο στον οισοφάγο. Μερικές φορές σκιαγραφικό υλικό χορηγείται με ένεση σε περιφερική φλέβα για να βελτιωθεί η διακριτική ικανότητα της εξέτασης.
Τομογραφία Εκπομπής Ποζιτρονίων (ΡΕΤ): Κατά την εξέταση αυτή χορηγείται στον ασθενή ενδοφλεβίως μία μικρή ποσότητα ραδιενεργού σακχάρου. Το ραδιενεργό αυτό σάκχαρο εκπέμπει σήματα που η συσκευή του PET συγκεντρώνει και σε συνδυασμό με τη χρήση αξονικού τομογράφου δημιουργεί μια εικόνα που περιλαμβάνει εκείνα τα κύτταρα και τους ιστούς του σώματος που προσλαμβάνουν καλύτερα τη γλυκόζη. Σε αυτήν την εικόνα, τα καρκινικά κύτταρα εμφανίζονται φωτεινότερα επειδή προσλαμβάνουν γλυκόζη εντονότερα και γρηγορότερα σε σχέση με τα φυσιολογικά κύτταρα. Το ΡΕΤ επομένως μπορεί να δείξει με μεγάλη ακρίβεια εάν ο καρκίνος του οισοφάγου έχει εξαπλωθεί σε άλλα όργανα ή λεμφαδένες και πρέπει να γίνεται πάντα όταν διερευνάται η πιθανότητα χειρουργικής επέμβασης.

Ενδοσκοπικό Υπερηχογράφημα

Λαπαροσκόπηση: Πρόκειται για επεμβατική μέθοδο σταδιοποίησης του καρκίνου του οισοφάγου καθώς, μετά από τη χορήγηση γενικής αναισθησίας, ο χειρουργός κάνει μικρές τομές στην κοιλιά του ασθενούς μέσα από τις οποίες εισάγει έναν λεπτό, φωτιζόμενο σωλήνα (το λαπαροσκόπιο) και ειδικά λεπτά εργαλεία. Η μέθοδος επιτρέπει τη λεπτομερή οπτική εξέταση των ενδοκοιλιακών οργάνων για την παρουσία καρκίνου, αλλά επιπροσθέτως ύποπτοι λεμφαδένες ή άλλα δείγματα ιστού μπορούν να αφαιρεθούν και να εξετασθούν ιστολογικά κάτω από το μικροσκόπιο για τυχόν παρουσία καρκινικών κυττάρων.
Όταν ένας καρκίνος εξαπλώνεται από την αρχική του θέση σε κάποιο απομακρυσμένο σημείο του σώματος, ο νέος όγκος έχει ακριβώς τον ίδιο τύπο παθολογικών κυττάρων και το ίδιο όνομα με εκείνο του πρωτογενούς όγκου. Για παράδειγμα, εάν ο καρκίνος του οισοφάγου έχει εξαπλωθεί στο ήπαρ, τα καρκινικά κύτταρα στο ήπαρ είναι όμοια με τα κύτταρα του καρκίνου του οισοφάγου. Η ασθένεια καλείται τότε μεταστατικός καρκίνος του οισοφάγου, και όχι καρκίνος του ήπατος και αντιμετωπίζεται ως καρκίνος του οισοφάγου και όχι ως καρκίνος του ήπατος.

Στάδια Καρκίνου Οισοφάγου

Για τη σταδιοποίηση του καρκίνου του οισοφάγου (αλλά και όλων των άλλων καρκίνων) χρησιμοποιείται παγκοσμίως το σύστημα ταξινόμησης κατά ΤΝΜ της Διεθνούς Ένωσης κατά του Καρκίνου (Union for International Cancer Control – UICC). Σύμφωνα με αυτό το σύστημα, η έκταση του καρκίνου περιγράφεται με βάση μία ακολουθία γραμμάτων και αριθμών. Το γράμμα Τ περιγράφει πόσο βαθιά έχει επεκταθεί ο όγκος στο τοίχωμα του οισοφάγου (T = Tumour), το γράμμα Ν υποδεικνύει εάν ο όγκος έχει εξαπλωθεί σε παρακείμενους λεμφαδένες (N = Nodes) και το γράμμα Μ δείχνει εάν ο όγκος έχει δώσει μεταστάσεις σε απομακρυσμένα όργανα (M = Metastases). Συνδυάζοντας τα παραπάνω γράμματα και τους αντίστοιχους αριθμούς και με τη βοήθεια ειδικών πινάκων προσδιορίζονται για τον καρκίνο του οισοφάγου πέντε στάδια τα οποία περιγράφονται με λατινικούς αριθμούς από το 0 έως το IV. Η ακριβής σταδιοποίηση του όγκου είναι απαραίτητη τόσο για να ληφθούν οι σωστές θεραπευτικές αποφάσεις όσο και για να εκτιμηθεί ακριβέστερα η πρόγνωση της νόσου. Σε γενικές γραμμές, όσο μικρότερο είναι το στάδιο τόσο καλύτερη είναι η πρόγνωση. Εάν γίνει χειρουργείο, η σταδιοποίηση επαναλαμβάνεται και μετά την επέμβαση γιατί το στάδιο της νόσου μπορεί να τροποποιηθεί με βάση την ιστολογική εξέταση του αφαιρεθέντος όγκου και των συνοδών λεμφαδένων.

Σταδιοποίηση Καρκίνου Οισοφάγου

Πώς αντιμετωπίζεται ο καρκίνος του οισοφάγου?

Οι ασθενείς με καρκίνο του οισοφάγου έχουν αρκετές θεραπευτικές επιλογές, οι οποίες περιλαμβάνουν τη χειρουργική επέμβαση, την ακτινοβολία, τη φαρμακευτική αγωγή αλλά και συνδυασμούς των παραπάνω θεραπειών. Η επιλογή της καταλληλότερης θεραπείας κατά περίπτωση εξαρτάται κυρίως από τον ιστολογικό τύπο και την εντόπιση του καρκίνου, από το στάδιο της νόσου και από τα συμπτώματα και τη γενική κατάσταση της υγείας του ασθενούς.

Για την σωστότερη αντιμετώπιση του καρκίνου του οισοφάγου, συνήθως συγκροτείται μία διεπιστημονική ομάδα ειδικών ιατρών που συνεργάζονται στενά για το σχεδιασμό μίας εξατομικευμένης θεραπείας η οποία θα ανταποκρίνεται όσο το δυνατόν καλύτερα στις ανάγκες του ασθενούς. Σε αυτήν την ομάδα ιατρών που απαρτίζουν το λεγόμενο ογκολογικό συμβούλιο συμμετέχουν συνήθως γαστρεντερολόγοι, χειρουργοί του ανώτερου πεπτικού, παθολόγοι ογκολόγοι, ακτινοθεραπευτές ογκολόγοι, ακτινολόγοι και παθολογοανατόμοι. Εκτός από τους γιατρούς όμως, στο ογκολογικό συμβούλιο είναι χρήσιμο να συμμετέχουν επίσης εξειδικευμένοι νοσηλευτές, διαιτολόγοι, φυσικοθεραπευτές και λογοθεραπευτές.
Η ιατρική ομάδα οφείλει να περιγράψει αναλυτικά στον ασθενή τις διαθέσιμες θεραπευτικές επιλογές και τα προσδοκόμενα αποτελέσματα της καθεμίας από αυτές. Σε κάθε περίπτωση, οι επιθυμίες και οι προτεραιότητες του ασθενούς πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν στο σχεδιασμό του θεραπευτικού πλάνου και ο ίδιος ο ασθενής θα πρέπει να ενθαρρύνεται ώστε να συμμετέχει ενεργά στη λήψη των αποφάσεων. Επιπροσθέτως, επειδή η θεραπεία του καρκίνου συχνά βλάπτει και υγιή κύτταρα και ιστούς, πριν από την έναρξη της θεραπείας η ιατρική ομάδα οφείλει να ενημερώνει τον ασθενή σχετικά με τις πιθανές παρενέργειες και για το πώς η κάθε θεραπεία μπορεί να επηρεάσει τις συνήθεις δραστηριότητές του.

Ογκολογικό Συμβούλιο

Μετά από προσεκτική μελέτη των εξετάσεων σταδιοποίησης του ασθενούς, το ογκολογικό συμβούλιο θα πρέπει να μπορεί να κατατάξει τον όγκο σε μία από τις παρακάτω κατηγορίες:
1. Πρώιμος όγκος, δηλαδή πολύ μικρός όγκος που εντοπίζεται αποκλειστικά και μόνο στο βλεννογόνο του οισοφάγου και μπορεί θεωρητικά να αντιμετωπισθεί με ενδοσκοπικές τεχνικές βλεννογόνιας εκτομής (EMR ή ESD). Δυστυχώς οι όγκοι αυτοί είναι πολύ σπάνιοι στην Ελλάδα και γενικότερα στη Δύση γιατί σε αυτές τις χώρες δεν υπάρχουν προγράμματα προσυμπτωματικού ελέγχου για την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του οισοφάγου.
2. Τοπικά περιορισμένος όγκος, δηλαδή όγκος που περιορίζεται εντός του τοιχώματος του οισοφάγου χωρίς να επεκτείνεται σε γειτονικά όργανα ή σε λεμφαδένες. Μπορεί να αντιμετωπισθεί με ριζικό χειρουργείο οισοφαγεκτομής, χωρίς να υπάρχει ανάγκη για επικουρικές θεραπείες.
3. Τοπικά εκτεταμένος όγκος, δηλαδή όγκος που έχει επεκταθεί σε γειτονικά όργανα ή κοντινούς λεμφαδένες χωρίς όμως να έχει δώσει απομακρυσμένες μεταστάσεις. Για την αντιμετώπισή του απαιτείται κατά κανόνα συνδυασμός θεραπειών που περιλαμβάνουν χειρουργείο, φαρμακευτική αγωγή και σπανιότερα ακτινοθεραπεία.
4. Μεταστατικός όγκος, δηλαδή όγκος που έχει δώσει μεταστάσεις σε απομακρυσμένα όργανα ανεξάρτητα από την επέκτασή του εντός του τοιχώματος του οισοφάγου ή στους λεμφαδένες. Οι όγκοι αυτοί θεωρούνται μη ιάσιμοι και συνήθως δεν χειρουργούνται παρά μόνο για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων συμπτωμάτων που δεν μπορούν να ελεγχθούν με άλλες μεθόδους (πχ αιμορραγία ή απόφραξη).

Ενδοσκοπική Βλεννογόνια Εκτομή

Χειρουργείο

Από το 1913, τη χρονιά δηλαδή που ο Franz Torek πραγματοποίησε την πρώτη επιτυχημένη εκτομή της θωρακικής μοίρας του οισοφάγου για καρκίνο στη Νέα Υόρκη, έχουν περιγραφεί πολλές διαφορετικές τεχνικές για το χειρουργείο της οισοφαγεκτομής. Ο τύπος της επέμβασης που επιλέγεται κατά περίπτωση εξαρτάται κυρίως από την ανατομική θέση, τον ιστολογικό τύπο και την έκταση του καρκίνου αλλά σε σημαντικό βαθμό και από τις προσωπικές προτιμήσεις του εκάστοτε χειρουργού.

Σε γενικές γραμμές, οι οισοφαγεκτομές ταξινομούνται ανάλογα με την προσπέλαση που χρησιμοποιείται για την εκτομή του οισοφάγου (με ή χωρίς θωρακοτομή), την ευρύτητα (ριζικότητα) της τοπικής εκτομής, την έκταση της λεμφαδενεκτομής και τη μέθοδο που επιλέγεται για τη γεφύρωση του χάσματος που προκύπτει μετά την αφαίρεση του οισοφάγου. Για καρκίνους του μέσου και του κάτω τριτημορίου του οισοφάγου οι οποίοι αποτελούν τη μεγάλη πλειοψηφία των όγκων που αντιμετωπίζονται χειρουργικά στη Δύση, η πλέον ενδεδειγμένη χειρουργική επέμβαση είναι η επονομαζόμενη Ivor Lewis οισοφαγεκτομή προς τιμήν του Βρετανού χειρουργού που την περιέγραψε για πρώτη φορά το 1946. Η επέμβαση αυτή γίνεται σε δύο στάδια και περιλαμβάνει τομές στην κοιλιά (λαπαροτομή) και στο θώρακα (δεξιά θωρακοτομή), αφαίρεση περίπου των 2/3 του οισοφάγου και του 1/3 του στομάχου, λεμφαδενεκτομή δύο επιπέδων (άνω κοιλίας και μέσου και κάτω μεσοθωρακίου) και αποκατάσταση της συνέχειας της πεπτικής οδού με κινητοποίηση του υπολοίπου στομάχου και αναστόμωσή του με το κολόβωμα του οισοφάγου στο άνω μεσοθωράκιο.

Ivor Lewis Οισοφαγεκτομή

Ανεξάρτητα με την τεχνική της οισοφαγεκτομής που επιλέγεται σε κάθε περίπτωση, έχει βρεθεί ότι για τη βελτιστοποίηση του ογκολογικού αποτελέσματος και επομένως της έκβασης του ασθενούς, είναι σημαντικό να αφαιρεθεί ολόκληρος ο όγκος σε υγιή όρια (η επονομαζόμενη R0 εκτομή) μαζί με επαρκή αριθμό των λεμφαδένων που βρίσκονται γύρω από τον οισοφάγο και το στομάχι. Η έκταση της λεμφαδενεκτομής εξαρτάται κυρίως από τον ιστολογικό τύπο του καρκίνου και την ανατομική θέση του όγκου και μπορεί να εκτείνεται σε ένα, σε δύο ή και σε τρία επίπεδα. Το πρώτο επίπεδο περιλαμβάνει τους λεμφαδένες της άνω κοιλίας, το δεύτερο επίπεδο τους λεμφαδένες του μέσου και του κάτω μεσοθωρακίου και το τρίτο επίπεδο τους λεμφαδένες του άνω μεσοθωρακίου και του τραχήλου. Η οισοφαγεκτομή πραγματοποιείται συνήθως με ανοιχτό χειρουργείο, αν και σε επιλεγμένες περιπτώσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές, με την προϋπόθεση βεβαίως ότι δεν διακινδυνεύεται η ογκολογκική επάρκεια της επέμβασης. Οι πολύ πρώιμοι όγκοι που περιορίζονται στο βλεννογόνο του οισοφάγου, μπορούν να αφαιρεθούν με ενδοσκοπικές τεχνικές βλεννογόνιας εκτομής και να αποφευχθεί έτσι η οισοφαγεκτομή με τις συνακόλουθες επιπλοκές της. Κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης της οισοφαγεκτομής τέλος, ο χειρουργός μπορεί να επιλέξει να τοποθετήσει ένα σωλήνα σίτισης στο λεπτό έντερο (νηστιδοστομία σίτισης). Ο σωλήνας αυτός επιτρέπει την επαρκή πρόσληψη τροφής κατά την μετεγχειρητική περίοδο.

Λεμφαδενεκτομή

Ακτινοθεραπεία

Η ακτινοθεραπεία χρησιμοποιεί ακτίνες Χ υψηλής ενέργειας για να σκοτώσει τα καρκινικά κύτταρα. Επηρεάζει τα κύτταρα μόνο στην υπό θεραπεία περιοχή και μπορεί να χρησιμοποιηθεί πριν ή μετά τη χειρουργική επέμβαση συνήθως σε συνδυασμό με χημειοθεραπεία. Σε ορισμένες περιπτώσεις η ακτινοθεραπεία μπορεί να χρησιμοποιηθεί αντί της χειρουργικής επέμβασης όπως για παράδειγμα στα πλακώδη καρκινώματα του άνω τριτημορίου του οισοφάγου ή σε περιπτώσεις που ο ίδιος ο ασθενής είτε αρνείται ή δεν έχει τη δυνατότητα να χειρουργηθεί λόγω προχωρημένης ηλικίας ή σοβαρών συνυπαρχουσών παθήσεων.
Υπάρχουν δύο είδη ακτινοθεραπείας για την αντιμετώπιση του καρκίνου του οισοφάγου:
Εξωτερική ακτινοθεραπεία: Η δέσμη της ακτινοβολίας κατευθύνεται πάνω στον καρκίνο από ένα μηχάνημα που βρίσκεται έξω από το σώμα του ασθενούς. Οι θεραπείες δίνονται σε μικρές ημερήσιες δόσεις, συνήθως 5 ημέρες την εβδομάδα και για αρκετές εβδομάδες μέχρι να συμπληρωθεί η συνολική δόση της ακτινοβολίας που ενδείκνυται κατά περίπτωση.
Εσωτερική ακτινοθεραπεία (βραχυθεραπεία): πρόκειται για ένα είδος ακτινοθεραπείας όπου μετά από τη χορήγηση τοπικού αναισθητικού σπρέι και μέθης, ραδιενεργά υλικά τοποθετούνται απευθείας μέσα ή δίπλα στον όγκο. Λόγω της γειτνίασης με τον όγκο και της μικρής απόστασης που διανύει η ακτινοβολία, με τη βραχυθεραπεία μπορούν να χορηγηθούν μεγαλύτερες δόσεις ακτινοβολίας κάθε φορά συγκριτικά με την εξωτερική ακτινοθεραπεία και για το λόγο αυτό η βραχυθεραπεία συνήθως χορηγείται εφάπαξ.

Ακτινοθεραπεία

Συστηματική (Φαρμακευτική) Θεραπεία

Οι περισσότεροι άνθρωποι με καρκίνο του οισοφάγου, κατά τη διάρκεια της εξέλιξης της νόσου, θα χρειαστεί να πάρουν κάποια μορφή φαρμακευτικής αγωγής η οποία μπορεί να είναι χημειοθεραπεία, ανοσοθεραπεία ή στοχεύουσα θεραπεία. Η χημειοθεραπεία χρησιμοποιεί φάρμακα που σκοτώνουν τα ταχέως αναπτυσσόμενα καρκινικά κύτταρα αλλά δυστυχώς τα φάρμακα αυτά μπορεί επίσης να βλάψουν και φυσιολογικά κύτταρα που πολλαπλασιάζονται σχετικά γρήγορα όπως είναι τα κύτταρα του αίματος, τα κύτταρα στις ρίζες των μαλλιών και κάποια κύτταρα του πεπτικού συστήματος. Οι ανοσοθεραπείες περιλαμβάνουν φάρμακα που αναστέλλουν τους μηχανισμούς που μειώνουν την ανοσολογική απάντηση του οργανισμού ενάντια στον καρκίνο. Επομένως, οι ανοσοθεραπείες βοηθούν να επανενεργοποιηθεί το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού για να ανιχνεύει και να καταπολεμά αποτελεσματικότερα τον καρκίνο. Οι στοχεύουσες θεραπείες είναι φάρμακα που μπλοκάρουν ειδικές βιολογικές διεργασίες στα καρκινικά κύτταρα οι οποίες προάγουν την ανάπτυξη τους.

Port Χημειοθεραπείας

Η επιλογή του καταλληλότερου φαρμάκου τόσο για την ανοσοθεραπεία όσο και για τη στοχεύουσα θεραπεία βασίζεται στην ανίχνευση ειδικών βιοδεικτών κατά τη διάρκεια του μοριακού ελέγχου που πρέπει να διενεργείται τόσο στις ενδοσκοπικές βιοψίες όσο και στο χειρουργικό παρασκεύασμα της οισοφαγεκτομής. Όλα τα παραπάνω φάρμακα για τον καρκίνο του οισοφάγου συνήθως χορηγούνται ενδοφλέβια σε χρονικούς κύκλους και ο κάθε κύκλος περιλαμβάνει μια θεραπευτική περίοδο η οποία ακολουθείται από μια περίοδο ανάπαυσης.
Συμπερασματικά, η σύγχρονη αντιμετώπιση του καρκίνου του οισοφάγου είναι σύνθετη και απαιτεί χειρουργό με εξειδίκευση στη χειρουργική του ανώτερου πεπτικού και ογκολογική ομάδα με γνώση και εμπειρία στην εφαρμογή των σύγχρονων χημειοθεραπευτικών πρωτοκόλλων με γνώμονα πάντοτε τις διεθνείς και τις εθνικές κατευθυντήριες οδηγίες στη συγγραφή και δημοσίευση των οποίων ο κ. Φουντουλάκης συμμετείχε ενεργά ως συντονιστής της ομάδας εργασίας. Επιπροσθέτως, οι χειρουργικές επεμβάσεις κατά του οισοφαγικού καρκίνου πρέπει να γίνονται αποκλειστικά σε κέντρα που διαθέτουν τον απαραίτητο τεχνολογικό εξοπλισμό, καλά οργανωμένη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) αλλά και εξειδικευμένο ιατρικό και παραϊατρικό προσωπικό έτσι ώστε να διασφαλίζεται η ομαλή μετεγχειρητική πορεία και ανάρρωση των ασθενών με καρκίνο του οισοφάγου.

Χημειοθεραπεία